Η L-καρνιτίνη ανακαλύφθηκε το 1905, είναι ένα υδατοδιαλυτό καρβοξυλικό οξύ μικρής αλύσου και συντίθεται φυσιολογικά από τον ανθρώπινο οργανισμό από 2 αμινοξέα, τη λυσίνη και τη μεθειονίνη. Είναι μία από τις δημοφιλέστερες ουσίες που χρησιμοποιούνται κατά κόρον σε λιποδιαλυτικά σκευάσματα. Πρόκειται για μια σημαντική ουσία σε ό, τι αφορά έναν από τους μηχανισμούς μεταβολισμού των λιπαρών οξέων στα μιτοχόνδρια και ουσιαστικά της υδρόλυσης των λιπών και της δημιουργίας ενέργειας. Το 98% της L-καρνιτίνης στο ανθρώπινο σώμα εντοπίζεται στις μυϊκές ομάδες, όπου αποτελεί μέρος του ενζυμικού συστήματος μεταφοράς των λιπαρών οξέων μέσης αλύσου στο εσωτερικό του μιτοχονδρίου των μυϊκών κυττάρων, όπου λαμβάνει χώρα η οξείδωσή τους με σκοπό την παραγωγή ενέργειας. Σε χορτοφάγα άτομα ή σε άτομα με αδυναμία επαρκούς σύνθεσης L-καρνιτίνης, όταν τα επίπεδά της στις μυϊκές ομάδες είναι χαμηλότερα από το φυσιολογικό, το συμπλήρωμα L-καρνιτίνης είναι πραγματικά απαραίτητο. Όλα αυτά στο κομμάτι που έχει να κάνει με τον οργανισμό μας. Η L-Καρνιτίνη είναι επίσης απαραίτητη για τη μεταφορά λιπαρών οξέων στα μιτοχόνδρια, ώστε να παραχθεί ενέργεια. Είναι χρήσιμη στην καρδιαγγειακή υγεία, στον έλεγχο του βάρους, στην αδυναμία απέναντι στους ιούς και στην αύξηση της αεροβικής αντοχής. Επίσης βοηθάει στη διαδικασία της θερμογένεσης και ρυθμίζει τη γλυκογένεση. Ακόμα, έρευνες έχουν δείξει ότι αυξάνει την κινητικότητα του σπέρματος.
2 κάψουλες 1-3 φορές ημερησίως, κατά προτίμηση μεταξύ των γευμάτων μαζί με κάποιο ανθρακούχο αναψυκτικό για την ενίσχυση της απορρόφησης ή πριν από τον ύπνο.